Λαογραφία

..

.

βιβλιογαφία -παραπομπές

 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
 

Παροιμίες

image

Παροιμία είναι λαϊκός λόγος απλός και σύντομος, πεζός ή έμμετρος, σε πλήρη πρόταση.

Αναφέρεται συχνά σε ζητήματα του χωριού αλλά μπορεί να εκφράζει μια παραδεκτή αλήθεια. “Παροιμία εστί παραίνεσις προς ηθών διαστροφών διόρθωσιν ( ή λόγος βιωφελής) επικρύψει μετρία πολύ εν εαυτή το χρήσιμον έχουσα”, σημειώνει ο Γιαννιώτης λόγιος πραματευτής της Νίζνας, Γεώργιος Κρομμύδης, στη “Διατριβή” του (Μόσχα 1808).
Ο «πατέρας» της λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης, γράφει: “Αι παροιμίαι εισίν η ηθική και πρακτική του λαού φιλοσοφία, συντόμως και απλοϊκώς ως επί το πλείστον δ' αλληγορικώς εκπεφρασμένη».
Οι παροιμίες, ως γλωσσικό είδος, υπάρχουν από την αρχαία ακόμη εποχή με το ίδιο ακριβώς όνομα , συνεχίζεται η παρουσία τους στο Βυζάντιο και φθάνει ως τις μέρες μας .
Ο Αριστοτέλης, πρώτος ασχολήθηκε με το θέμα γράφοντας το “περί παροιμιών σύνταγμα σήμερον αφανισμένον”, δίδοντας μάλιστα «το σοφό και επιγραμματικό» ορισμό της παροιμίας σύμφωνα με τον οποίο “αι παροιμίαι μεταφοραί απ' είδους επ' είδος εισίν”.

Οι παροιμίες χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες .
Τις καθ' αυτό παροιμίες
τα γνωμικά ή αποφθέγματα και
τις παροιμιακές φράσεις.
Τα όρια στις πρώτες κατηγορίες είναι δυσδιάκριτα μεταξύ τους . Η διαφορά μεταξύ τους έγκειται κυρίως ότι οι παροιμίες διατυπώνονται σε πλάγιο λόγο και διακρίνονται από ειρωνικά στοιχεία ενώ τα γνωμικά και τα αποφθέγματα διατυπώνονται σε ευθύ λόγο και στοχεύουν στην ηθική διάσταση του θέματος.
Οι παροιμιακές φράσεις συνήθως δεν είναι ολοκληρωμένες προτάσεις και διακρίνονται από την γενικευμένη ισχύ τους όπως οι άλλες δύο κατηγορίες.

Ως μέσο έκφρασης των παροιμιών είναι εικόνες και στοιχεία από το ζωικό βασίλειο, την φύση και το ανθρώπινο σώμα.
Αρκετές φορές προσλαμβάνονται στοιχεία από την οικιακή οικοτεχνία όπως το σπίτι, τα φαγητά, τα σκεύη και τα εργαλεία της δουλειάς .
Η μελέτη των παροιμιών είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στους ερευνητές, που μελετούν την οποιαδήποτε εκδήλωση της ζωής του ανθρώπου, τους μύθους, τις παραδόσεις , τα ήθη και τα έθιμα. τις δοξασίες, την δομή της κοινωνίας με την φιλοσοφία και τους κανόνες δικαίου καθώς τις διάφορες ιστορικές και θρησκευτικές πτυχές της ζωής ενός τόπου.
Γνωμικά και ρήσεις από την Παλαιά και Καινή Διαθήκη και αποφθέγματα εκκλησιαστικών πατέρων πέρασαν ατόφια στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων και έγιναν ένα με τον παροιμιακό μας λόγο.

Παροιμίες

Απόχτησες ο άβρακος βρακί, κάθε πόρτα και το δείχνει.
Ανύπαντρος προξενητής για λόγου του γυρεύει.
Ο γιος έφαγε τα μήλα, του γέρου μούδιασαν τα δόντια.
Αλλού να τα πουλά αυτά (Άλλην δρυν βαλάνιζε).
Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.
Αν η ζήλεια ήταν ψώρα, θα κολούσε όλη η χώρα.
Αν κοιμηθείς με κουτσόν θα μάθεις να κουτσαίνεις.
Αν σκιάζονταν ο λύκος στη βροχή, θάφκιανε και κάπα.

Βρήκαμεν καλόν παπά να θάψουμε πεντ' έξη.
Βάλε αμπέλ' για την αφεντιά σου και ελιά για τα παιδιά σου.
Βγήκε το πουλί να ορμηνέψει την κλώσσα.
Βγάζει κι από τη μύγα ξύγκι.
Βρέξε κώλο να φας ψάρι.
Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μη κοιτάζεις.
Δυο άτια δεν τρων στο ίδιο παχνί.
Δανείζει το Θεό αυτός που ελεεί τον φτωχό.
Σε Άγιο και μικρό μην τάξεις…
Για χάρη του βασιλικού ποτίζεται κι η γλάστρα.
Γλυκάθηκε η γριά στα σύκα θα φάει και το καλάθι.
Δούλεψε με κακορίζικε να μην γίνω σαν εσένα.

Δώσε θάρρος στο χωριάτη να σ΄ ανέβει στο κρεβάτι.
Γέλαμε να σε γελώ να περνάμε τον καιρό.
Έπιασα έναν κλέφτη τον αφήνω δε μ' αφήνει.
Έχει αφέντης μας αφέντη, κι η κυρά μας άλλον άντρα.
Είπαν του ζουρλού να χέσει κι έκατσε και ξεκολώθηκε.
Έκαψε την κάπα του να μη τον τρώνε οι ψύλλοι.
Ζητάει απ' το γύφτο προζύμι.
Ήταν ανακατεμένα σαν της τρελλής τα μαλλιά.
Κάθε ρωμιός και βασιλιάς.
Λούσε με χτένισε με ξέρω ποιος με γέννησε.
Κάλιο λόγια στο χωράφι παρά μάγκανα στ' αλώνι.
Καήκε η Βάβω στο κουρκούτι φυσάει και το γιαούρτι.
Κουβέντα κουβεντούλα έφαγ' ο λύκος τη βετούλα.
Κίνησε ο βριος κι έλαχε Σάββατο.
Κουφού καμπάνα και αν λαλείς τυφλόν κι αν θυμιατίζεις.
Και μεθυσμένο κι αν κερνάς όλα χαμένα τάχεις.
Μάρτης γδάρτης και παλουκοκάφτης.
Μπάτε σκύλοι αλέστε κι αλεστικά μη δίνετε.
Με το δικό σου φάε και πιε και αλισβερίση μη κάνεις.
Με πορδές δε βάφουν αβγά.
Ο παπάς απ' την πόλη η παπαδιά μολογάει.
Ο ύπνος θρέφει το παιδί κι ο ήλιος το μοσχάρι και το κρασί τον γέροντα τον κάνει παλικάρι.
Ο Θεός να σε φυλάει από καινούργιο άρχοντα και παλιό διακονιάρη.
Όταν έπρεπε δεν έβρεχε και το Μάη χιόνιζε.
Όποιος μικρομαθαίνει δε μεγαλοαφήνει.
Όμοιος στον όμοιο κι η κοπριά στα λάχανα.
Οποιανού του μέλλει να πνιγεί, ποτέ του δεν πεθαίνει.
Ο πόντικας δεν χωρούσε στην τρύπα του κι ήθελε να βάλ' την κολοκύθα (Μυς εις τρώγλην μη χωρών κολοκύθην έφερεν).
Όποιος έχει πολύ πιπέρι ρίχν' και στα λάχανα.
Οι πολλές μαμές το βγάζουν γκαβό το παιδί.
Ο λύκος στην αντάρα (ομίχλη) χαίρεται.
Όποιος κλάνει, γιατρό δε βάνει.
Ο φτωχός και το ποτάμι στο ντορό τους θέλει πάει.
Οτ' ακούς στη γειτονιά σου, καρτέρα και στη γωνιά σου.
Όποιος βγάζει και δε βάζει γρήγορα στον πάτο φτάνει.
Ο τεμπέλης κι ο Μανώλης με τα λόγια χτίζει ανώγια κι κατώγια.
Παλιό άλογο δε βγαίνει καινούργια περπατησιά.
Πέρυσι έκλασε φέτος βρώμισε.
Πήγε να βρει στο γύφτο προζύμι.
Πιν' η κότα το νερό, κοιτάει κατά το Θεό.
Περάχτηκε σαν η πορδή απ΄το βρακί.
Πώς παν τα παιδιά του κόρακα; όσο παν μαυρίζουν.
Πήγε για μαμή και ήρθε στα βαφτίσια.
Σου είπα κυρα μ' να κλανεις, μη το παρακάνεις.
Σήμερα είναι ήλιος με δόντια.
Το χωριό καίγονταν, κι η πουτάνα λούζονταν.
Το χωριό το βλέπουμε, κολαούζο γυρεύουμε.
Το σεργιάνι κι ο χορός, είναι σπιτοχαλασμός.
Το ζουρλό και το χωριάτι ξένοι πόνοι τα γεράζουν.
Τι μου παινεύεσαι σα γύφτικο σκεπάρνι.
Του φτωχού το πολύ δε φτάνει, το λίγο φτάνει και περισσεύει.
Τ' άκουσες στη γειτονιά σου, καρτέρα του και στη γωνιά σου.
Το μισιακό πρόβατο τρώει ο λύκος.
Το λύκο τον βλέπουμε την ωπλή γυρεύουμε.
Το κρύο αντρειά δεν έχει.
Το παιδί τους είναι κλίμα και τ΄αγκόνι το σταφύλι.
Τι να σ' θυμηθώ κρομμυδάκι, κάθε χαψιά και δάκρυ.
Της καλομάνας το παιδί το πρώτο ναν' κορίτσι.
Τον σερν' απ΄τη μύτη.
Το γινάτι βγάζει μάτι.
Τούρκον είδες, γρόσια θέλ' κι άλλον είδες κι άλλα θέλει.
Το ποτάμι δεν κατεβάζει πάντα κούτσουρα.
Το κρύο, μπαίν' με το σακί και βγαίν' με το βελόνι.
Φάτε μάτια ψάρια κι η κοιλιά περίδρομο.
Φύλαξε το φίδι το χειμώνα, να σε φάει το καλοκαίρι.
Φάγαμε το βόδι κι αποστάσαμε στην ουρά.
Φταίει το σαμάρι χτυπάνε το γομάρι.
Χαίρεται ο γυιός τα νιάτα του κι γέρος την αρμάτα.
Χαρά δίχως κλάματα και λύπη δίχως γέλια δε γίνεται.
Ψόφισε το βόδι, ξεσεμπρέψαμε (δε κακούς συμπεθέρους).
Ψάλλε δέσποτα με πονάει το δάκτυλο

1.

2.

3.

4.

Δημοτικά τραγούδια

Στίχοι δημοτικών τραγουδιών

Νέα του Συλλόγου